Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

MEMENTO του CHRISTOPHER NOLAN // Do we lie to ourselves to be happy?

Μετά από πολλά χρόνια ξαναείδα την πιο πάνω ταινία του Christopher Nolan. Δεν θα αναφερθώ εκτεταμένα στην υπόθεσή της καθώς το κείμενο που ακολουθεί απευθύνεται περισσότερο σε αυτούς που έχουν δει ήδη την ταινία και ενδεχομένως θέλουν να την ξαναδούν. Για όσους δεν την έχουν δει και θέλουν να τη δούνε, ας μην προχωρήσουν στην ανάγνωση καθώς παρεμβάλλονται και κάποια spoilers.
Θα περιοριστώ να αναφέρω μόνο εισαγωγικά πως ο πρωταγωνιστής της ταινίας, ο Leonard Shelby, τον οποίο υποδύεται ο Guy Pearce, πάσχει από μία κάπως ασυνήθιστη διαταραχή της μνήμης. Μετά από ένα ατύχημά του είναι αδύνατο να σχηματίσει νέες αναμνήσεις. 
Κοινώς, έχει μνήμη χρυσόψαρου, όχι για παραπάνω από κάποια λεπτά. Πολύ μικρή για τον απαιτητικό στόχο που έχει: να ανακαλύψει τον φονιά της συζύγου του. Για να τα βγάλει πέρα προσπαθεί να καλύψει το κενό της μνήμης με τατουάζ, σημειώματα και φωτογραφίες που τραβά με μια polaroid. Αυτή του η αναπηρία όμως, -που τον καθιστά ένα άτομο πλήρως ανίκανο να διαχειριστεί τη ζωή του, σε συνδυασμό με την ισχυρή πεποίθηση του για το ακριβώς αντίθετο-, τον μπλέκει σε σοβαρούς μπελάδες, αποκαλύπτοντας, καθώς η ταινία προχωρά προς την ολοκλήρωσή της, μια τραγική πλευρά της ύπαρξης. 
Όπως και άλλες ταινίες του σκηνοθέτη, η υπόθεση αλλά και ο μη γραμμικός και ο τρόπος που αποδίδεται την κάνει περίπλοκη και γριφώδη. Η διαφορά ήταν πως αυτή τη φορά είδα μια εκδοχή της ταινίας όπου η ιστορία αφηγείται γραμμικά. Με κάθε σκηνή τοποθετημένη στη χρονική σειρά της και τις δυο ομάδες από σκηνές (ασπρόμαυρες και έγχρωμες) διαχωρισμένες, η ταινία είναι πολύ πιο εύκολα κατανοητή. Αυτό ωθεί κάποιον να σκεφτεί ότι η μνήμη έχει μεγάλη σημασία, παρά τα όσα επιχειρήματα με τα οποία προσπαθεί να πείσει τον θεατή για το αντίθετο ο πρωταγωνιστής. Επίσης μπορεί κάποιος να καταλάβει πως με την επιλογή του αυτή, να αφηγηθεί την ιστορία από το τέλος προς την αρχή, ο σκηνοθέτης καταφέρνει να βάλει τον ακροατή στην θέση του Leonard. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης έχει δηλώσει πως η επιλογή αυτή εξυπηρετεί αυτόν ακριβώς τον σκοπό.

Φαίνεται λοιπόν, πως το δεύτερο μεγάλης διάρκειας κινηματογραφικό εγχείρημα του Nolan, που εκτός από τη σκηνοθεσία έγραψε και το σενάριο εμπνεόμενος από μια νουβέλα του αδερφού του, είναι μια ταινία για τη μνήμη. Ωστόσο το Memento δεν είναι απλώς μια ταινία για τη μνήμη, όπως λέγεται. Αυτή η επινόηση είναι απλώς ένα μέσο. Το βασικό της θέμα είναι η εξαπάτηση και η αυτοεξαπάτηση. Το πώς ο νους του ανθρώπου βρίσκει τρόπους να αυτοεξαπατάται. Τον Leonard τον εξαπατούν και τον εκμεταλλεύονται όλοι: και ο υπάλληλος του μοτέλ που του χρεώνει δυο δωμάτια και του ζητά υπέρογκα ποσά, και ο Teddy (που τον εξαπατά να σκοτώσει τον Jimmy1 για τους δικούς άδηλους σκοπούς), και η Natalie (που τον βάζει να σκοτώσει τον Ted). Από την άλλη όμως και ο Leonard θέλει απεγνωσμένα να εξαπατηθεί, να συνεχίσει να ζει σε ένα όνειρο, όπως του λέει ο Ted και να γυρνά παριστάνοντας τον ντεντέκτιβ. Η φαντασία του γεμίζει τα κενά της μνήμης του με έναν εγωκεντρικά συμφεροντολογικό αλλά και ταυτόχρονα αυτοκαταστροφικό τρόπο. Έτσι, όταν ο τελευταίος του λέει κατάμουτρα την ωμή αλήθεια, πως δεν ήταν ο Sammy που είχε αμνησία και πως δεν ήταν αυτός που σκότωσε τη διαβητική γυναίκα του κατά λάθος με υπερβολική δόση ινσουλίνης αλλά ο ίδιος ο Leonard εξαιτίας της αμνησίας του, αυτός το αρνείται απόλυτα και αποφασίζει να τον εκδικηθεί2. Ξέροντας ότι αργότερα θα το έχει ξεχάσει, καίει τη φωτογραφία με τον νεκρό Jimmy, που αποδεικνύει ότι έχει πάρει την εκδίκησή του (την όποια φανταστική εκδίκηση) και ταυτόχρονα καταγράφει τον αριθμό της πινακίδας του αυτοκινήτου του Tedd ως δήθεν αποδεικτικό στοιχείο αυτού που κυνηγά3. Μια συνειδητή αυτοπαραπλάνηση την οποία ξέρει καλά ότι θα ξεχάσει αργότερα. Επιπρόσθετα γράφει στη φωτογραφία με το πρόσωπο του Ted: don’t believe his lies4. Και συνεχίζει να ζει το δικό του ψέμα.
Έτσι ο Leonard έχει πιαστεί σε έναν φαύλο κύκλο. Έναν κόσμο που είναι το ακριβώς αντίθετο από την ηρακλείτεια αντίληψη του «τα πάντα ρει». Στο κόσμο του Leni όλα μένουν στάσιμα. Αιχμάλωτος σε ένα συνεχές κολαστήριο, έναν απόλυτα ρελατιβιστικό και σολιψιστικό κόσμο, που ούτε να εγκαταλείψει μπορεί, ούτε θέλει. Από την άποψη αυτή η ιστορία του είναι απόλυτα τραγική. Ο ίδιος στην ταινία αναρωτιέται: «πώς υποτίθεται ότι θα θεραπευτώ αν δεν μπορώ να νιώσω το πέρασμα του χρόνου;» Ο Leni είναι το θύμα (αν και, αναπόφευκτα, αναλαμβάνει και τον ρόλο του θύτη) που θέλει να εξαπατηθεί και βρίσκει πρόθυμους να τον εξαπατήσουν και να εκμεταλλευτούν την κατάστασή του. Κάπου υποβόσκει μια έμμονη προσπάθεια για φυγή, για αντικειμενικότητα (προσπαθεί να βασιστεί σε γεγονότα, στα τατουάζ που χτυπά στο σώμα του) που όμως είναι ανεπαρκής για να καταπνίγεται από τη λήθη. Απλώς προτιμά να πιστεύει στα ψέματα που κατασκευάζει για να είναι ευτυχισμένος. Και ένας τέτοιος Leni, σε μια πολύ ηπιότερη βέβαια εκδοχή του, είναι και ο μέσος ακροατής της ταινίας: θέλει να εξαπατηθεί και να πιστέψει την εικονική πραγματικότητα του κινηματογράφου, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν πρόθυμοι (η βιομηχανία του θεάματος) που σπεύδουν να εκμεταλλευτούν την αδυναμία του αυτή. Και στην αδυναμία του αυτή βασικό ρόλο παίζει η αδύναμη και βραχεία μνήμη του5. Ο μέσος άνθρωπος είναι έρμαιο των διαθέσεών του και της κακής του μνήμης6. Δεν ολοκληρώνει τις σκέψεις του, ξεχνά, είναι μέσα σε μια πνευματική ομίχλη, κάνει τα ίδια λάθη ξανά και ξανά, προσπαθεί μάταια να προσανατολιστεί με βάση κάτι το αντικειμενικό έξω από αυτόν, αυταπατάται, τρέφει τυφλές και φρούδες ελπίδες και αυτοδικαιώνεται με πιασάρικες ατάκες του τύπου: «we all need mirrors to remind ourselves who we are. I'm no different7». Ποθεί για μία αντικειμενικότητα, προσβλέπει σε κάτι έξω από τον ίδιο αλλά η λανθάνουσα αυτή επιθυμία μένει αιωρούμενη και απραγμάτωτη. Είναι σαν μέσα σε ένα όνειρο. Αυτό είναι το κυνικό μήνυμα του Nolan: FILMS LIE AND EXPLOIT8. Μια γνώμη-αλήθεια από έναν unreliable αφηγητή-σκηνοθέτη, που και αυτός είναι μέρος της βιομηχανίας του θεάματος.
Μπορούμε να τον εμπιστευτούμε;
Και η ταινία συνεχίζει στο ρελατιβίστικό της σύμπαν απτόητη, όπως και ο Shelby. Όπως και ο θεατής της.

1. Ο Jimmy δεν είναι πρώτος που σκοτώνει ο Leonard αναζητώντας τον υποτιθέμενο φονιά της γυναίκας του με το όνομα JohnG., όπως λέει ο Ted. Και από ότι φαίνεται, ούτε ο τελευταίος.

2. Προς το τέλος της ταινίας ο θεατής πληροφορείται το πώς και πόσο η κακή μνήμη του Leonard έχει διαστρεβλώσει τα γεγονότα αναμειγνύοντας τη δική του ιστορία με αυτή του Sammy. Ο Ted (πραγματικό John Gambler) που είναι ο αστυνομικός που ερεύνησε την επίθεση και τον βιασμό της συζύγου του Leonard αναφέρει πως η γυναίκα επέζησε της επίθεσης για να πεθάνει αργότερα από την υπερβολική δόση που της χορήγησε ο σύζυγός της λόγω της αμνησίας του. Ο Leonard έχει σκοτώσει ήδη τον φονιά αλλά δεν το θυμάται. Ο Sammy ήταν ένας κοινός απατεώνας που θέλησε να κερδίσει εις βάρος της ασφαλιστικής, την υπόθεση του οποίου ξεσκέπασε ο Leonard ως ερευνητής της εταιρείας. Κάτι που του άφησε μάλλον κάποιες ενοχές.

3. Do I lie to myself to be happy; Μονολογεί σε κάποιο πλάνο ο Leonard για να απαντήσει στον εαυτό του αμέσως μετά: in your case Teddy, yes.

4. Αντίστοιχα για τη Natalie, ο Leonard πιστεύει πως θα τον βοηθήσει «out of pity γιατί και αυτή έχει χάσει κάποιον», ενώ αγνοεί πως είναι ο ίδιος που έχει σκοτώσει τον εραστή της. Μια ακόμα από τις πολλές ειρωνείες του σκηνοθέτη. Όπως πχ. και αυτή όπου ο Leni εξηγεί τις μεθόδους της αστυνομίας στον Ted λέγοντας πως: η μνήμη δεν μετρά, μετρούν τα γεγονότα, οι καταγραφές (χωρίς βέβαια να θυμάται ότι ο Ted είναι ο ίδιος αστυνομικός).

5. Σε κάποια συνέντευξη ο σκηνοθέτης επισήμανε το πόσο δύσκολο ήταν για τους θεατές να δεχθούν στην αρχή την εκδοχή του Teddy για το τέλος της συζύγου του Shelby. Επισήμανε όμως, πως αυτό δεν ήταν τυχαίο. Η επιλογή του Joe Pantoliano έγινε έτσι ώστε ως Teddy να φαντάζει ως ένας εντελώς αναξιόπιστος χαρακτήρας, κάτι που ήταν εύκολο καθώς υποβοηθούνταν από το ότι ο ηθοποιός επιβαρυνόταν με τους αναξιόπιστους και αρνητικούς χαρακτήρες που είχε υποδυθεί τα τελευταία χρόνια, όπως πχ. στην ταινία The Matrix ένα χρόνο πριν.

6. Υπάρχει και μια άλλη σκηνή της ταινίας με βάση την οποία κάποιος μπορεί να αντιληφθεί πιο εύκολα και άμεσα την ενδεχόμενη ταύτιση με τον Leni. Είναι η σκηνή όπου η Natalie εκμεταλλεύεται με τον πιο ποταπό τρόπο την αναπηρία του Leni. Όταν αυτός τη χτυπά μετά από ένα καυγά, αυτή βγαίνει έξω, περιμένει και όταν ξαναμπαίνει, αφού ξέρει ότι αυτός θα τα έχει ξεχάσει όλα, του παριστάνει πως κάποιος άλλος την έχει χτυπήσει και ζητά από τον Leni να εκδικηθεί για αυτήν. Πιο πριν είχε φροντίσει να κρύψει τα μολύβια και τα στυλό και βλέπουμε τον Leni, όσο αυτή τον κοιτά σαν μια αρπακτική αράχνη από το αυτοκίνητο, να ψάχνει με απελπισία και να προσπαθεί να κρατήσει στη μνήμη του αυτά που έγιναν σημειώνοντάς τα κάπου. Μάταια, σε μερικά λεπτά τα έχει ξεχάσει όλα.

7. Ίσως, με τη βοήθεια ενός υποβλητικότατου sountrack, η κορυφαία σκηνή της ταινίας: https://www.youtube.com/watch?v=sTzX4DpqeDc

8. Παρεμπιπτόντως, παρόμοιο είναι και το βασικό μήνυμα μιας άλλης πολύ ενδιαφέρουσας ταινίας του Nolan, του Inception, και έχει πάλι να κάνει με τον ρόλο της τέχνης και του κινηματογράφου ειδικότερα, ως παραγωγή ψευδαισθήσεων. Μόνο που εκεί το όχημα είναι, όχι η μνήμη αλλά με έναν ακόμα πιο γλαφυρό τρόπο, τα όνειρα.

                                                                              Ι.Χ. Δεληγεώργης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου